MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
25
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Μιχάλης Ρέππας: «Είμαι εμπορικός και είμαι περήφανος γι’ αυτό. Αυτό ήθελα. Αυτό έχω».

Επιστρέφοντας με δύο νέα έργα στο θεατρικό χειμώνα, ο συγγραφέας και σεναριογράφος των επιτυχιών υπερασπίζεται το “εμπορικό”, καταγγέλλει τους αποκλεισμούς που έχει βιώσει και κάνει μια ψύχραιμη αποτίμηση της πορείας του με φόντο μια Ελλάδα που ξεπουλιέται.

author-image Στέλλα Χαραμή

Δεν υπάρχουν πολλά παραδείγματα σαν αυτόν στην ελληνική θεατρική πιάτσα. Γράφει, σκηνοθετεί, παίζει – το τελευταίο «κυρίως από χόμπι» γιατί δεν θεωρεί τον εαυτό του «και τίποτα σπουδαίο» ως ηθοποιό, όπως λέει – και φέρνει σταθερά κόσμο στις αίθουσες, με αυτή τη συχνότητα και αυτήν την πυκνότητα.

Ο Μιχάλης Ρέππας είναι ένα φαινόμενο της σύγχρονης καλλιτεχνικής παραγωγής. Τα ρεκόρ του σε εισιτήρια και εισπράξεις, τόσο στα θεατρικά έργα όσο και στις ταινίες του, παραμένουν στη θέση τους, καθιστώντας τον έναν από τους πιο επιτυχημένους δημιουργούς της γενιάς του – ακόμα κι αν σχηματικά τον κατατάξουμε στην πτέρυγα του «εμπορικού», χαρακτηρισμό που ο ίδιος όχι μόνο υιοθετεί αλλά επαναλαμβάνει χωρίς την παραμικρή ενοχή.

Είναι η πρώτη φορά που μιλάω μαζί του κι είναι μόνος – παρότι δεν απαντά σε πρώτο πρόσωπο αλλά σε πρώτο πληθυντικό. Στην πολυετή διαδρομή του, που ξεκίνησε από την τηλεόραση και πολύ γρήγορα επεκτάθηκε στο θέατρο και στο σινεμά, δεν σκέφτηκε «ούτε στιγμή» τον εαυτό του χωρίς το συνεργάτη του Θανάση Παπαθανασίου. «Την ταυτότητα των απόψεων μας την χάρισε η τύχη. Αλλά την διαπροσωπική μας ταυτότητα την κατακτήσαμε και την διατηρήσαμε με πολύ κόπο και μεγάλη υπομονή. Μια συνεργασία μακροημερεύει μόνο όταν ο ένας σέβεται τις ιδιομορφίες και τις μικρές παραξενιές του άλλου» εξηγεί.

Βασισμένοι σε αυτή τη φιλοσοφία δουλειάς, ο Μιχάλης Ρέππας και ο Θανάσης Παπαθανασίου επιστρέφουν δυναμικά αφού δύο καινούργια έργα τους κάνουν πρεμιέρα μέσα στον Οκτώβριο στο θέατρο «Λαμπέτη» και «Αποθήκη» – την ώρα που συν-σκηνοθετούν την παλιά τους επιτυχία «Ο Αη Βασίλης είναι σκέτη λέρα» για τη σκηνή του «Βέμπο».

Ποια χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας εμφανίζονται στα δύο καινούργια έργα σας;
Φέτος εκτός από την παράσταση «Ο Αη Βασίλης είναι σκέτη λέρα» που σκηνοθετούμε στο θέατρο Βέμπο, παρουσιάζουμε στο θέατρο Λαμπέτη την κωμωδία «Βαφ’ τα μαύρα» και στο θέατρο Αποθήκη το καινούργιο μας δραματικό έργο «Δεύτερη φωνή» σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη. Στο «Βάφ’ τα μαύρα» πρωταγωνιστούν πέντε νεόπλουτοι: Πέντε άνθρωποι που την εποχή της αστακομακαρονάδας έκαναν περιουσίες με γνώμονα το “άρπαξε να φας και κλέψε να ‘χεις” και συνεχίζουν με την ίδια ακόρεστη πλεονεξία και τον ίδιο αμοραλισμό. Στην «Δεύτερη φωνή» τα πράματα είναι πιο πολύπλοκα. Εδώ προσπαθούμε να εισχωρήσουμε στα έγκατα μιας κοινωνίας στην οποία η κρίση έχει φέρει στο φως αμαρτίες 40 ετών, που οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο. Η «Δεύτερη φωνή» δεν έχει καλούς και κακούς. Είναι μια προσπάθεια να υπερβούμε τα κλισέ της διχαστικής τρέχουσας πολιτικής και να ακουμπήσουμε τις πηγές της οδύνης μας και τις βαθιές μας ρίζες.

Σε ποιες συχνότητες θέλετε να «εκπέμπει» το πολιτικό στα κείμενα σας; Θα μπορούσατε, ας πούμε, να υπογράψετε ένα κείμενο καταγγελίας;
Πιστεύουμε ότι κάνουμε θέατρο γιατί προσπαθούμε να εισχωρήσουμε στις φωτεινές αλλά και στις σκοτεινές πλευρές της ύπαρξης. Και ότι ασχολείται με την ανθρώπινη ύπαρξη μοιραία ασχολείται και με την ανθρώπινη συνύπαρξη. Οπότε μοιραία έχει πολιτικές διαστάσεις· άλλοτε εμφανείς κι άλλοτε όχι τόσο εμφανείς. Συνεπώς τα έργα μας (όπως και όλα τα έργα της ανθρώπινης έκφρασης) είναι πολιτικά. Βεβαίως το ότι πιστεύουμε ότι έχουμε μια σαφή πολιτική διάσταση στα έργα μας δεν σημαίνει ότι θα κάναμε ποτέ στρατευμένο θέατρο. Δεν θέλουμε να κάνουμε κήρυγμα από σκηνής. Δεν νιώθουμε ότι είμαστε δυο σοφοί που γνωρίζουν τη μια και μοναδική αλήθεια και την μεταδίδουν στο ποίμνιο με τα έργα τους.

Δεν θέλουμε να κάνουμε κήρυγμα από σκηνής. Δεν νιώθουμε ότι είμαστε δυο σοφοί που γνωρίζουν τη μια και μοναδική αλήθεια και την μεταδίδουν στο ποίμνιο με τα έργα τους 

Πως ισορροπείτε ανάμεσα στον κωμικό και δραματικό εαυτό σας;
Μα δεν προκρίνουμε εμείς την κωμωδία ή το δράμα. Το κοινό το κάνει αυτό. Και φυσικά για εμάς προκρίνει την κωμωδία. Υποφέρει τόσο πολύ ο κόσμος που αναζητά πολύ πιο έντονα σήμερα δυο ώρες υπέρβασης των προβλημάτων, γελώντας.

Στις κωμωδίες σας ενδιαφέρει να κερδίζετε το καθαρό γέλιο (με όποιο κόστος) ή να νοηματοδοτεί κάτι και η ιστορία που αφηγείστε;
Έχετε υπ’ όψιν κάποια κωμωδία μας που να προκαλεί γέλιο (με κάθε κόστος) για το γέλιο; Νομίζω ότι με κάθε κωμωδία μας προσπαθούμε να αποτυπώσουμε μιαν πλευρά της νεοελληνικής κοινωνίας και κουλτούρας. Φέτος με το «Βάφ’τα μαύρα» στόχο μας είναι η απληστία όπως καταγράφεται σε ένα μεσοαστικό προς μεγαλοαστικό περιβάλλον.

ReppasMichalis3

Πως έχει εγγραφεί μέσα σας όλη αυτή η χρόνια κοινωνική κατάσταση της κρίσης;
Ελπίζω να φαίνεται από τα έργα μας. Δεν θα ήθελα ποτέ να γίνω διαμεσολαβητής των έργων μου και του κοινού. Το κοινό που μας παρακολουθεί ξέρει πολύ καλά πόσο και πως μας επηρέασαν αυτά τα τελευταία δύσκολα χρόνια.

Σε προσωπικό επίπεδο τι σας έχει σημαδέψει από την κοινωνική ανατροπή;
Αν με ρωτάτε αυστηρά προσωπικά δεν μου συνέβη κάτι συγκλονιστικό. Απλώς το εισοδήματα μου πέσανε στο ένα πέμπτο. Αλλά σίγουρα συγκαταλέγομαι στους τυχερούς γιατί έχω δουλειά. Ωστόσο η περιρρέουσα δυστυχία σε συνδυασμό με την γενικότερη έκπτωση της πολιτικής με έχουν καταβάλει.


Για ένα λόγο είμαι ευχαριστημένος από μένα: Γιατί πάντα υπάκουσα στο βαθύτερο εαυτό και τον ακολούθησα χωρίς να υπολογίσω ποτέ τις επιπτώσεις

Επιμείνατε όλο αυτό το διάστημα να εκπροσωπείτε το θέατρο του εμπορικού κοινού. Γιατί;
Για ένα λόγο είμαι ευχαριστημένος από μένα: Γιατί πάντα υπάκουσα στον βαθύτερο εαυτό και τον ακολούθησα χωρίς να υπολογίσω ποτέ τις επιπτώσεις. Και στην δουλειά πάντα “με” σεβάστηκα και ποτέ δεν επιδίωξα κάτι άλλο απ’ αυτό στο οποίο με οδήγησε η καρδιά μου. Είμαι εμπορικός και είμαι περήφανος γι’ αυτό. Αυτό ήθελα. Αυτό έχω. Φυσικά έχουμε γράψει (μαζί με τον Θανάση) και έργα άλλου ύφους, για μικρότερα θέατρα («Ο Έβρος απέναντι», «Αττική οδός», «Δεύτερη φωνή») και για το Εθνικό. Αλλά ο κύριος όγκος του έργου μας είναι “εμπορικός”.

Και πως βλέπετε την άλλη, «εναλλακτική» κάστα;
Δεν ξέρω και πολύ καλά τι γίνεται στο χώρο του “λόγιου” θεάτρου. Ούτε καν είμαι σίγουρος για το αν υπάρχει “κάστα” για να την σχολιάσω. Όπως και να έχει αυτή η “κάστα” δεν έχει να απολογηθεί σε μένα. Ποιος είμαι εγώ για να τους κρίνω; Το κοινό θα μας κρίνει όλους.

Και τη σύγχρονη παραγωγή ελληνικών έργων;
Με ελπίδα και αισιοδοξία και στην περιοχή του mainstream κέντρου και στο χώρο του εναλλακτικού – ερευνητικού θεάτρου.

Μετά από τόσα χρόνια ενασχόλησης με τη συγγραφή πως θέλετε να σας αποτιμά το μεγάλο κοινό;
Δεν θα ήθελα να έχω μια τύχη διαφορετική απ αυτή που έχω.


Από το χώρο του κινηματογράφου ο Θανάσης και εγώ αντιμετωπιζόμαστε επιεικώς σαν χολέρα

Αυτή η ταμπέλα του εμπορικού σας έχει δημιουργήσει εμπόδια σε συνεργασίες – όπως για παράδειγμα στη σχέση σας με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου;
Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου απορρίπτει συστηματικά όλες μας τις προτάσεις. Από τον χώρο του κινηματογράφου ο Θανάσης και εγώ αντιμετωπιζόμαστε επιεικώς σαν χολέρα. Και εδώ υπάρχει μια σκανδαλώδης αναντιστοιχία ανάμεσα στον τρόπο που μας αντιμετωπίζει το κοινό και τον τρόπο που μας αντιμετωπίζει το επίσημο κράτος διαχρονικά. Και με ΠΑΣΟΚ και με Νέα Δημοκρατία και με ΣΥΡΙΖΑ. Με όλες τις κυβερνήσεις ο Θανάσης και εγώ είμαστε κομμένοι. Τα σχόλια δικά σας.

Δηλώνει κάτι αυτό για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η καλλιτεχνική πιάτσα στην Ελλάδα;
Εμ! Δεν δηλώνει; Δηλώνει αυτό που μας χαρακτηρίζει διαχρονικά σε σχέση με το κράτος. Να βολευτούν οι “κολλητοί μας” και ας πάνε να πνιγούν οι άλλοι. Ακόμα και όταν αυτοί οι άλλοι έχουν πολύ σημαντικότερα “διαπιστευτήρια” από τους “κολλητούς μας”.

Σκοπεύετε να βρείτε ιδιωτική χρηματοδότηση;
Όταν βρούμε χρήματα και εφ’ όσον βρούμε κάπου… Σενάρια πάντως έχουμε έτοιμα πολλά.

Την ίδια ώρα, πως βλέπετε το ελληνικό weird cinema που σημειώνει επιτυχίες και στα φεστιβάλ του εξωτερικού και που πολύ απέχει από τη δική σας αίσθηση και αντίληψη για το σινεμά;
Εμείς κάνουμε αυτό που είναι να κάνουμε και το weird cinema κάνει αυτό που είναι να κάνει. Ο χρόνος θα δικαιώσει ό,τι θέλει. Η κοινωνία θα κρατήσει στην μνήμη της ότι έχει ανάγκη και η λήθη θα σκεπάσει ότι δεν την επηρέασε. Άλλα έργα μένουν ανεξίτηλα κι άλλα σε πολύ λίγο καιρό είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ.

Ποιο είναι το επόμενο βήμα για ένα δημιουργό τόσο χορτασμένο όσο εσείς;
Τι άλλο; Ένα ακόμα έργο στο θέατρο και αν το θέλουν οι συγκυρίες μια επόμενη ταινία.

ReppasMichalis2

Πως σχολιάζετε τη διαμορφωμένη κατάσταση στο τηλεοπτικό τοπίο, ως ένας δημιουργός που για πολλά χρόνια ταυτίστηκε με αυτό;
Τι να έχω να πω; Όταν κάποιοι συνάδελφοι μου (με την ευρεία έννοια του όρου) κινδυνεύουν να βγουν στην ανεργία, τι να πω; Ότι χαίρομαι;

Βρίσκετε παρόλα αυτά τη διαδικασία που ακολουθήθηκε σκανδαλώδη;
Βρίσκω ότι το ολιγοπώλιο είναι ευκολότερο να ελεγχθεί και να χειραγωγηθεί από την πολυφωνία. Η επιλογή να επιτραπούν μόνο τέσσερα κανάλια είναι, κατά την γνώμη μου, βαθύτατα αντιδημοκρατική.

Βασισμένος στο προνόμιο του συγγραφέα – παρατηρητή, που εκτιμάτε πως πάει αυτή η χώρα;
Τα μέντιουμ προβλέπουν. Οι συγγραφείς απλώς βλέπουν. Βλέπουν αυτό που βλέπουμε όλοι. Απλώς έχουν το ταλέντο να το συνοψίζουν σε έργο. Η τέχνη είναι ένα απόσταγμα της παρούσας πραγματικότητας. Όχι πρόβλεψη μέλλοντος.

Ο Έλληνας με εκπλήσσει με την ευκολία που πέρασε από το «λεφτά υπάρχουν» στην «περήφανη διαπραγμάτευση»

Νωρίτερα μιλήσατε για «διχαστική, τρέχουσα πολιτική». Είναι οι κυβερνώντες φορείς αυτού του διχασμού που σέρνεται; Τους βολεύει;
Φυσικά και ο διχασμός επιβλήθηκε από τα πάνω. Πάντα από τους “πάνω” προέρχεται. Η κοινωνία έχει εσωτερικές τριβές βέβαια αλλά ποτέ από μόνη της η κοινωνία δεν πολώνεται σε δυο στρατόπεδα. Πάντα κάποιοι δημιουργούν ένα πλαστό δίλημμα και μας ρίχνουν στην παγίδα του για να καλύψουν δικά τους συμφέροντα. Αν σκεφτούμε τον τελευταίο μεγάλο διχασμό του Εμφυλίου τίθεται το πολύ απλό ερώτημα: Πόσο ωφέλησε την Ελλάδα; Και να πάμε ένα βήμα πιο πέρα: Ήρθε μόνος του, από την ίδια την Ελληνική κοινωνία, ο διχασμός ή κάποιοι ξένοι τον δημιούργησαν για την δική τους εξυπηρέτηση;

Ανήκετε ωστόσο σ’ αυτούς που διαψεύστηκαν από την αριστερή κυβέρνηση ή περιμένατε, με κάποιο τρόπο, αυτό το φοβερό ολίσθημα;
Πότε δεν πίστεψα ότι εμείς οι Έλληνες θα παίζουμε «το νταούλι και θα χορεύουν οι αγορές». Και πάντα ο Έλληνας με εκπλήσσει με την ευκολία που πέρασε από το «λεφτά υπάρχουν» στην «περήφανη διαπραγμάτευση» που ούρλιαζε όταν οι Σαμαροβενιζελαίοι παζάρευαν τον ΟΣΕ για 300 εκατομμύρια ευρώ και τελικά τον πουλάει με 45 εκατομμύρια!

Ακούγεστε σαν να μην έχετε δικαιολογίες για τους Ελληνες ψηφοφόρους.
Ναι αυτή τη στιγμή δεν μου βρίσκεται πρόχειρη καμιά δικαιολογία.

Εσείς προσωπικά σε τι έχετε ανάγκη να πιστέψετε για να συνεχίσετε να ζείτε σε αυτή τη χώρα;
Πάντα πίστευα και πάντα πιστεύω αλλά όχι με την έννοια του οπαδού. Θέλω να πιστεύω ότι σε όλο το πολιτικό φάσμα υπάρχουν άνθρωποι κοντά στην κοινή λογική. Και επίσης θέλω να πιστεύω ότι κάποια ώρα θα ακουστούν.

Θα ευχόμουν ο ορθολογισμός να ξεπεράσει – σε όλα τα επίπεδα – έστω και λίγο τον τυφλό εγωτισμό στον οποίο εκπαιδεύτηκε ο Νεοέλληνας όλα αυτά τα 40 χρόνια της Μεταπολίτευσης 

Αν υποθέσουμε ότι βασιζόμασταν σε ρεαλιστικές λύσεις ποια είναι τα βασικά, τα πρωταρχικά πράγματα που θα έπρεπε να συμβούν στην Ελλάδα για να γίνει η κατάσταση κάπως ανεκτή;
Θα ευχόμουν ο ορθολογισμός να ξεπεράσει – σε όλα τα επίπεδα – έστω και λίγο τον τυφλό εγωτισμό στον οποίο εκπαιδεύτηκε ο Νεοέλληνας όλα αυτά τα 40 χρόνια της Μεταπολίτευσης. Το να κοιτάζω μόνο τον εαυτό μου χωρίς να προστατεύω ταυτόχρονα την κοινωνία που με περιβάλει και με τροφοδοτεί είναι σαν να ροκανίζω το κλαδί που με κρατάει. Και οι Νεοέλληνες τόσα χρόνια τώρα μάθαμε να κοιτάζουμε μόνο την πάρτη μας. Και όταν λέω προστατεύω την κοινωνία δεν εννοώ τη φτηνή και φαρισαϊκή φιλανθρωπία που πουλάνε οι πολιτικοί για τους «αναξιοπαθούντες». Αυτός που θέλει την επιβίωση της κοινωνίας του προστατεύει πρώτα απ’ όλα τους ισχυρούς της κοινωνίας. Γιατί οι ισχυροί δημιουργούν πλούτο, οικονομικό και πολιτιστικό. Και οι κοινωνίες που αποδυνάμωσαν τους “ισχυρούς” τους γρήγορα το πλήρωσαν με μεγάλες συμφορές.

Αν γράφατε ένα εσχατολογικό έργο βασισμένο στην ελληνική εμπειρία τι τίτλο θα του δίνατε;
«Βάφ’ τα μαύρα». Αυτόν τον τίτλο θα έδινα, αυτό δηλαδή που δώσαμε στη νέα μας μαύρη κωμωδία.

Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b