MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
16
ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Νατάσσα Μποφίλιου: Μου αρέσει που νιώθω ερασιτέχνης αν και θεωρώ ότι είμαι επαγγελματίας

Είναι μια από τις πιο δημοφιλείς ερμηνεύτριες της νέας γενιάς. Αν και έχουν περάσει πολλές “Μικρές Ανάσες” από το ξεκίνημα της, συνεχίζει τη ζωή της σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα. Αυτοχαρακτηρίζεται “αντάρτισσα”, “νευρωτική και υπερκινητική σε βαθμό αηδίας”, αν και απολαμβάνει το άραγμα στα όρια του “σαπίσματος” στην παραλία μαζί με μαργαρίτες και την κοινοβιακή παρέα της… Είναι μαγκάκι, άνθρωπος που δεν διστάζει να εκτεθεί και να υποστηρίξει μια καλλιτεχνική της επιλογή “Μέχρι το τέλος”. Προβληματίζεται ιδιαίτερα για την κατάσταση την οποία βιώνει η κοινωνία μας, αλλά αισιοδοξεί ότι οι “Μέρες του Φωτός” είναι κοντά…Δεν έχει μουσικά ταμπού, αρκεί αυτό που θα ακούσει να έχει μουσική ταυτότητα και “να μην είναι μουσική απομίμηση”. Σ’ ένα διάλειμμα της μεγάλης καλοκαιρινής περιοδείας της και λίγο πριν την συναυλία της στην Τεχνόπολη στο Γκάζι την Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου, η Νατάσσα Μποφίλιου μιλά εφ’ όλης της ύλης στο www.monopoli.gr.Συνέντευξη στον Ορέστη ΒέλμαχοΚερδίστε Προσκλήσεις για τη συναυλία στην Τεχνόπολη

Monopoli Team

Τα τελευταία χρόνια έχεις αποκτήσει μεγάλο και φανατικό κοινό. Περίμενες να έρθει τόσο γρήγορα η αναγνώριση και η καθιέρωση;
Δεν μπορώ να σου απαντήσω για την αναγνώριση και την καταξίωση, γιατί αυτό εγώ δεν το αισθάνομαι. Για μένα δεν έχει αλλάξει τίποτα, νιώθω όπως ένιωθα τον καιρό που ξεκίνησα. Έχω ακόμη και σήμερα το άγχος ότι μπορεί να μην έρθει κανείς στη συναυλία μου… Το συναίσθημα αυτό, μπορεί να σου δημιουργεί ανασφάλεια, αλλά σε κρατάει και λίγο προσγειωμένο σαν άτομο. Μου αρέσει που νιώθω ερασιτέχνης, αν και θεωρώ ότι είμαι επαγγελματίας. Ως σχήμα πλησιάζουμε στα οχτώ χρόνια δουλειάς. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια κάνουμε από 110 μέχρι 140 συναυλίες τον χρόνο! Η δουλειά που κάνουμε χτίστηκε σιγά σιγά και έχει φτάσει σε ένα επίπεδο που θα το παρομοίαζα με ένα σπίτι… Μπήκαν τα θεμέλια και σταδιακά έμπαινε και από ένα υλικό που έκανε το οικοδόμημα καλύτερο. Αυτό δεν θέλω να το χάσω, γι’ αυτό και συνεχίζω με τον τρόπο που ξεκίνησα να δουλεύω, πηγαίνοντας εγώ προς τον κόσμο, κι όχι περιμένοντας τον κόσμο να έρθει σε εμένα.

Αν και υπάρχει μια γενικότερη πτώση στον αριθμό των ανθρώπων που θα πάνε σε συναυλίες ή σε μαγαζί να ακούσουν μουσική, εσύ συνεχίζεις να συγκεντρώνεις πολύ κόσμο στις εμφανίσεις σου. Που νομίζεις ότι οφείλεται αυτό;
Ίσως να οφείλεται στο ότι αυτό που τελικά παράγουμε καλλιτεχνικά έχει συγκεκριμένη αισθητική και ποιοτική κατεύθυνση. Δεν το λέω με την έννοια του «είσαι ποιοτικός τραγουδιστής ή δεν είσαι». Λέω όμως ότι αυτό που θα δει κάποιος στη συναυλία θα έχει ένα επίπεδο ηχητικό, καλλιτεχνικό και γενικότερα θα είναι μια προσεγμένη δουλειά ώστε κανένας να μη νιώσει ότι τον κορόιδεψαν και ότι πέταξε τα λεφτά του.
Κάθε συναυλία από μέρους μας έχει την ίδια καλλιτεχνική φροντίδα και κατάθεση, αν σε κάποιον αρέσουν η Μποφίλιου, ο Καραμουρατίδης και ο Ευαγγελάτος ξέρει ότι θα δει κάτι που δεν θα τον απογοητεύσει. Είναι μια δουλειά, που ανεξαρτήτως αν σου αρέσουν τα τραγούδια ή όχι, φαίνεται πως έχει από πίσω της πολύ μεγάλη φροντίδα και πολύ μεγάλη προσπάθεια για να ψυχαγωγηθούν όσοι έρχονται.

Ποια είναι η επιδίωξη σου σαν καλλιτέχνης;
Αναζητώ συνέχεια τον τρόπο για να πάω ένα βήμα μπροστά. Μπροστά δεν σημαίνει απαραίτητα και ψηλά, δεν με νοιάζει τόσο το τί απήχηση θα έχουν τα τραγούδια μου, όσο το να μπορώ να εξελίσσομαι σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος. Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο κινούμαστε. Στο λέω πολύ ειλικρινά ότι αν αύριο αποφασίσω να κάνω κάτι διαφορετικό και έχω 40 άτομα κοινό δεν θα με πειράξει. Μου είπε κάτι, κάποια στιγμή ο Αλκίνοος (σ.σ. Ιωαννίδης), το οποίο πραγματικά έμεινε «χαραγμένο» στο μυαλό μου: «Νατάσα ξέρεις πόσο σημαντικό είναι για έναν καλλιτέχνη να νιώθει ότι δεν βαριέται; Εγώ δεν έχω βαρεθεί ποτέ». Αυτό για μένα είναι η απόλυτη καλλιτεχνική ευτυχία και ευλογία, αρκεί το κίνητρο σου να είναι πραγματικά καλλιτεχνικό γιατί αυτή η επιλογή μπορεί να σου στοιχήσει κιόλας. Μπορεί να χάσεις σε χρήματα, απήχηση, αποδοχή, αλλά θεωρώ πως αν κάτι το πιστεύεις και δουλέψεις πάνω σε αυτό θα αποδώσει.

Δεν έρχεται σε αντίφαση ο τίτλος «οι μέρες του φωτός», την ώρα που ζούμε τις «μέρες του σκότους»;
Είναι λίγο οξύμωρο, λίγο ειρωνικό, είναι ένας τίτλος που σου κλείνει το μάτι, αλλά είναι πάνω απ’ όλα μια μεγάλη ευχή… Αυτές οι μέρες είναι κάτι που προσδοκούμε. Γενικότερα, αυτός ο τίτλος φαινόταν λίγο περίεργος στον κόσμο. Τους άρεσε το τραγούδι, χειροκροτούσαν, όμως έβλεπες και μια απορία στα μάτια τους. Γι’ αυτό κι έλεγα ότι μπορεί να ακούγεται παράξενο πως έρχονται οι μέρες του φωτός, αλλά πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι για εμάς, το να κοιτάμε προς τις μέρες του φωτός και να περιμένουμε πως θα έρθουν είναι μονόδρομος. Μπορεί να βρισκόμαστε στο απόλυτο σκοτάδι αλλά το φως είναι μπροστά και εκεί πρέπει να φτάσουμε, και ναι, υπάρχει μια μακρινή μουσική που πρέπει να σε ξεσηκώνει.

Τί πιστεύεις ότι χρειάζεται για να φτάσουμε στις μέρες του φωτός;
Τα πάντα στη ζωή απαιτούν δουλειά και αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι. Τα τελευταία χρόνια ήμασταν βυθισμένοι μέσα στην κατανάλωση, η οποία δεν ήταν μόνο υλικών αγαθών. Ήταν κατανάλωση ιδεών και αξιών και τελικά κατανάλωση του ίδιου μας του εαυτού. Χάσαμε την ουσία και μαζί της την αντίληψη πως τίποτα δεν μπορεί να αποκτηθεί χωρίς προσωπικό κόστος. Το χειρότερο που έκανε αυτή η εποχή ήταν να κοιμίσει τις συνειδήσεις μας… Για να αλλάξει ο κόσμος πρέπει να αλλάξεις εσύ ο ίδιος. Όχι μόνο να αλλάξεις, πρέπει και να χάσεις πράγματα. Οι στίχοι του «Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή» λένε μια μεγάλη αλήθεια: «Γιατί όποιος χάνει στη ζωή μπορεί να νιώσει». Τα παραπάνω λόγια δεν σήμαιναν τίποτα για πολύ κόσμο στην εποχή της επίπλαστης ευμάρειας. Απομακρύνθηκαν από τις έννοιες των λέξεων «παλεύω και αγωνίζομαι για την ζωή μου». Ένας φίλος μου είχε πει κάτι πολύ εύστοχο: «Ρε Νατάσσα, νιώθω ότι όλοι οι Έλληνες έχουμε την αίσθηση πως πρέπει να τα έχουμε όλα γιατί είμαστε ωραίοι, large και μας αρέσει να γλεντάμε». Είχε δίκιο γιατί όντως επικρατεί η εντύπωση πως μας χρωστάνε τα πάντα γιατί έχουμε ήλιο, θάλασσα, είμαστε γλεντζέδες και Greek lovers. Ε, όχι ρε φιλέ! Αν θέλεις κάτι πρέπει να μάχεσαι για αυτό και να ξέρεις πως θα υπάρξει κάποιο κόστος. 

Τι σου έδωσε το έναυσμα να ασχοληθείς με την μουσική;
Μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον με ιδιαίτερη καλλιτεχνική φόρτιση, σ’ ένα κλασσικό μεταπολιτευτικό σπίτι, που θεωρούσε ότι η τέχνη σε διαμορφώνει. Ο πατέρας μου ήταν μουσικός και του χρωστάω όλη τη μουσική μου ύπαρξη. Δεν ήθελα στην αρχή να ασχοληθώ τόσο πολύ με την μουσική, σκεφτόμουν πιο πολύ να γίνω διπλωμάτης, να ταξιδεύω, να γνωρίζω πολιτισμούς και να βοηθάω τους ανθρώπους, αλλά μάλλον δεν θα τα πήγαινα καλά γιατί ως χαρακτήρας είμαι αντάρτισσα… Κάποια στιγμή ήρθε μια πρόταση δύο φίλους μου πήγα και δεν κατάλαβα ποτέ πως έφτασα εδώ… Μέχρι που μια μέρα, πριν δύο χρόνια στο Γκάζι τραγουδάω το «Εν λευκώ», έχω κλείσει τα μάτια και έχω βυθιστεί απόλυτα μέσα στο τραγούδι. Κάποια στιγμή τελειώνει το τραγούδι, ανοίγω τα μάτια μου και συνειδητοποιώ ότι αυτοί οι άνθρωποι που βρίσκονται από κάτω έχουν έρθει για εμάς, ότι είμαστε μουσικοί, έχουν περάσει έξι χρόνια και ότι αυτά είναι τα τραγούδια μας και τα τραγουδούσε όλος ο κόσμος. Εκείνη τη στιγμή ήταν σαν να ξύπνησα, σαν να κοιμόμουν όλα αυτά τα χρόνια… Δεν καταλάβαινα πως έγιναν όλα αυτά, ήταν σαν να μου τα έφερε έτσι η ζωή. Ήμουν πολύ πιστή, πολύ αφοσιωμένη σε έναν στόχο που δεν τον έβλεπα, απλά είχα βυθιστεί και πήγαινα. Αυτή ήταν μια από τις συγκλονιστικότερες εμπειρίες στη ζωή μου. Δεν ξέρω πως έγινα τραγουδίστρια, απλά έγινα τραγουδίστρια…

Τα μουσικά σου πρότυπα ποια είναι;
Πολύ μπερδεμένα… Από Νίνα Σιμόν, Βίκυ Μοσχολιού, Μαρία Κάλας Τζίμ Μόρισον, Ρόμπερτ Πλαντ, Όζι Όζμπορν και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, μέχρι Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Μπέλλου κ.α. Μου αρέσουν όλα τα είδη της μουσικής, δεν βάζω απαγορευτική ταμπέλα σε κάτι, αρκεί να ικανοποιεί το δικό μου αισθητικό κριτήριο. Μου αρέσει γενικότερα το καλό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Καλή μουσική, καλός στίχος, ωραία καλλιτεχνική προσέγγιση, καλή ενορχήστρωση και καλή ερμηνεία. Για να αποσπάσει το ενδιαφέρον μου ένα τραγούδι πρέπει να έχει «ταυτότητα». Όποιος μου το προσφέρει αυτό θα έχει την προσοχή μου. Θεωρώ ότι οι προθέσεις διαχωρίζουν τα είδη.

Δηλαδή;
Η μουσική πρέπει να φτιάχνει εικόνες και να δημιουργεί συναισθήματα, πρέπει να έχει πρόθεση να ψυχαγωγήσει. Να σου δημιουργεί ένα συναίσθημα πάθους, ένα συναίσθημα λύπης, ένα ξέσπασμα… Τα υπόλοιπα είναι απομιμήσεις.

Ποια είναι η ωραιότερη και ποια η χειρότερη στιγμή που έχεις βιώσει μέχρι τώρα στην καριέρα σου;
Χειρότερη μου φάση ήταν πρόπερσι, που περνούσα προσωπικά μια δύσκολη περίοδο. Έβγαινα στη σκηνή για να λυτρωθώ, αλλά δεν μπορούσα να δοθώ απόλυτα, δεν μπορούσα να νιώσω στο απόλυτο τη σύνδεση με το κοινό… Η καλύτερη στιγμή ήταν φυσικά η συνάντηση μου με τα παιδιά (σ.σ. Με τον Θέμη Καραμουρατίδη και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο). Είναι ένα δώρο ζωής, κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω.

Έχει γραφτεί πως δώσατε μια νέα πνοή στο έντεχνο και πολλοί σας συγκρίνουν με το σχήμα Πρωτοψάλτη- Κραουνάκη- Νικολακοπούλου. Πως αισθάνεσαι για αυτό;
Είναι εξαιρετικά τιμητικό να μας συγκρίνουν με ένα τέτοιο σχήμα… Υπήρξαν βέβαια και άλλα τέτοια «μοντέλα» που μας έχουν επηρεάσει. Η δικιά μας «σφραγίδα» στηρίζεται σε καλλιτέχνες που χάραξαν τον δρόμο και μας προσφέρουν νέες ιδέες. Δεν μπορούσαμε να συμβιβαστούμε με εταιρίες που έλεγαν: Έλα εδώ, είσαι «νοστιμούλα», χάσε κανένα κιλό, βάψε και τα μαλλιά σου και έλα να κάνεις καριέρα. Τα έφτυνα όλα αυτά και εξακολουθώ να τα φτύνω, το ίδιο και ο Γεράσιμος και ο Θέμης, δεν μας συγκινούν καθόλου… Η νέα γενιά των ελλήνων ερμηνευτών και δημιουργών έχει δώσει μεγάλη ώθηση στο ελληνικό τραγούδι. Ο Γιάννης (Χαρούλης), ο Κωστής (Μαραβέγιας), η Μόνικα (Χριστοδούλου), Ο Πάνος (Μουζουράκης), η Ελεονόρα (Ζουγανέλη), εμείς, δώσαμε μια νέα πνοή και συνεχίζουμε και χτίζουμε πάνω στη σχέση αυτή, αφού επηρεαζόμαστε ο ένας από τον άλλο και είμαστε φίλοι μεταξύ μας. Αυτή η «φάση» που έχουμε φτιάξει είναι κάτι το πολύ όμορφο.

Έχεις δηλώσει ότι σιχαίνεσαι το σκυλοποπ. Παρόλα αυτά η ελληνική μουσική κατακλύζεται από το συγκεκριμένο είδος. Ποια η γνώμη σου;
Μου είναι αδιάφορο… Είναι κάτι πολύ ξένο και μακρινό ως προς εμένα, δεν με αφορά, δεν μπορεί να με συγκινήσει και να μου αφήσει συναισθήματα και είναι σαν να μην υπάρχει για μένα. Δεν ξέρω αυτά τα τραγούδια, δεν ξέρω αυτούς τους τραγουδιστές, δεν έχω πάει ποτέ στη ζωή μου σε τέτοιο μαγαζί γιατί δεν είχα ούτε καν την περιέργεια να δω πως είναι. Ο καθένας στη ζωή του και στην καριέρα του επιλέγει τον δρόμο που θέλει να βαδίσει. Εγώ διάλεξα αυτό, η Μαρία Φαραντούρη ένα άλλο, ο Κωστής Μαραβέγιας κάτι άλλο και η Έλλη Κοκκίνου ένα άλλο. Ο καθένας επιλέγει αυτό που ταιριάζει στον χαρακτήρα του και στην ψυχική του τάση… Είναι σαν τον άνθρωπο που ζει στο απέναντι σπίτι και δεν σε ενδιαφέρει τι κάνει στη ζωή του. Θέλεις να είναι καλά, να είναι ευτυχισμένος, αλλά από εκεί και πέρα δεν ασχολείσαι με το τι κάνει.

Υπάρχουν κάποιες συνεργασίες που να έχεις ξεχωρίσει;
Η συνεργασία με τον Σταύρο Ξαρχάκο. Όχι απλά για τη συνεργασία, αλλά για όλο αυτό που σήμαινε η συνεργασία αυτή. Έχει να κάνει με το ότι ήμουν εγώ με τον Γιάννη (σ.σ. Χαρούλης), που δεν δουλεύουμε ιδιαίτερα με άλλους καλλιτέχνες. Είχαμε αυτό το ιερό τέρας της μουσικής απέναντι μας, τον οποίο προσωπικά αγαπάω πολύ και θαυμάζω την προσωπικότητα του.

Ένιωσες δέος απέναντι του;
Μου το ανέπτυξε αυτός το δέος. Εμένα γενικά δεν μου λέει τίποτα το να νιώθω δέος απέναντι σε κάποιον, μόνο και μόνο για το όνομα που έχει. Αυτός ο άνθρωπος όμως εμπνέει σεβασμό απλά και μόνο με την αύρα του, είναι ένας άνθρωπος που οποιοδήποτε επάγγελμα και να έκανε θα αποτελούσε μια μεγάλη προσωπικότητα, πόσο μάλλον όταν έχει γράψει αυτά που έχει γράψει. Ήταν πολύ σημαντικό το ότι μοιράστηκα αυτή τη συνεργασία με τον Γιάννη και βιώσαμε μαζί τα συναισθήματα αυτά. Όταν ετοιμαζόμασταν να βγούμε στη σκηνή με την υπέροχη ορχήστρα και τον ζωντανό αυτό μύθο του ελληνικού τραγουδιού, τα συναισθήματα που νιώθαμε ήταν κάτι απερίγραπτο. Ένιωθα ρε παιδί μου να με κατακλύζει μια μαγεία, ένα συναίσθημα τόσο δυνατό που πραγματικά δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια, κάτι το συγκλονιστικό, το αξεπέραστο, βρισκόμουν ένα κλικ πιο πάνω σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος. Όταν σε διευθύνει στη σκηνή αυτός ο άνθρωπος είναι σαν να σου φτιάχνει την ερμηνεία, να τραβάει από μέσα σου το συναίσθημα και εσύ να το επιστρέφεις, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια μουσική αλληλοτροφοδοσία. Δεν είναι ότι απλά τραγούδησα αυτά τα τραγούδια, γιατί αυτό θα μπορούσα κάλλιστα να το κάνω και στο δικό μου πρόγραμμα. Σημασία είχε αυτή η τεράστια εμπειρία της ύπαρξης αυτής της τριάδας μα αυτή την ορχήστρα. Εγώ γενικά δεν είμαι άνθρωπος που καλώ κόσμο στις εμφανίσεις μου, αλλά για την συγκεκριμένη παράσταση έλεγα σε όλους πως πρέπει να έρθουν και να το δουν, να μην χάσουν αυτή την εμπειρία. Έβλεπες νέους ανθρώπους, που δεν είχαν ξανακούσει αυτά τα τραγούδια να μένουν εκστασιασμένοι με το «Νυν και αεί» και να το ανεβάζουν στο Facebook. Άνοιξε για αυτούς ένας κόσμος, ήταν πραγματικά κάτι το συγκλονιστικό.

Πως είναι η Νατάσσα Μποφίλιου στην προσωπική της ζωή;
Μου αρέσει τρελά το άραγμα, δηλαδή πήγα στην Ικαρία πέρυσι και είπα οk εδώ είμαστε, αυτό είναι το μέρος για μένα! Αυτό βέβαια είναι και λίγο οξύμωρο γιατί σαν άνθρωπος είμαι πολύ νευρωτική, νευρική και υπερκινητική, όταν όμως αποφασίζω να χαλαρώσω, κάτι που συμβαίνει πολύ σπάνια, λέω στον εαυτό μου ΤΕΛΟΣ και κατεβάζω τον διακόπτη. Το όνειρο μου είναι να πάω κάπου και να… σαπίσω, να μην κάνω τίποτα! Να κάθομαι στην παραλία και να πίνω μαργαρίτες, να ακούω μουσική, να με καίει ο ήλιος και να αράζω και δίπλα φυσικά η παρέα μου. Από κει και πέρα μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος, να διαβάζω βιβλία, να μελετάω μουσική, μου αρέσει το θέατρο, το άραγμα με φίλους στο σπίτι. Είμαστε μια παρέα δέκα άτομα, σε κοινοβιακό στυλ, που μεταξύ μας δεν έχουμε μυστικά, τα μοιραζόμαστε όλα και εννοείται πως τα χρήματα δεν παίζουν ποτέ κανένα ρόλο. Είμαστε μια πραγματικά μεγάλη οικογένεια και δεν είναι τυχαίο ότι το καλοκαίρι θα κλείσουμε δέκα χρόνια συνύπαρξης.

Δεν είναι πολύ ξεχωριστό να συνεργάζεσαι επαγγελματικά με τους καλύτερους φίλους σου;
Μα αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορούμε να ξεκόψουμε! Η ίδια μας η σχέση μας τροφοδοτεί επαγγελματικά. «Οι μέρες του φωτός» βγήκαν από μέσα μας χωρίς να το καταλάβουμε και τώρα πάλι ετοιμάζουμε κάτι άλλο, με άλλους ρόλους ο καθένας σε κάτι που δεν έχει σχέση με τα όσα έχουμε κάνει μέχρι τώρα, που και πάλι βγήκε μέσα από την ιδιαίτερη σχέση που υπάρχει ανάμεσα μας.

Είσαι άνθρωπος που δεν διστάζεις να εκφραστείς δημόσια για τα κοινά και τα λεγόμενα σου περί ιδεολογικού θανάτου των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Έχεις μετανιώσει για αυτή σου την τοποθέτηση;
Όχι βέβαια, δεν παίρνω πίσω την άποψη μου, ότι ήταν να πω το είπα. Δεν μίλησα για φυσικό θάνατο, αλλά για ιδεολογικό, που για μένα είναι κατά πολύ χειρότερος. Το θέμα πήρε προεκτάσεις όμως εγώ είπα αυτό που ένιωθα εκείνη τη στιγμή και θα συνεχίσω να λέω την άποψη μου γιατί όλη μου η οικογένεια σάπισε στην εξορία για να μπορώ εγώ να εκφράζομαι ελεύθερα.

Ποια είναι τα σχέδια σου μετά την καλοκαιρινή περιοδεία;
Η περιοδεία τελειώνει τον Οκτώβριο. Μετά μάλλον θα ανεβώ στη Θεσσαλονίκη για παραστάσεις, στη συνέχεια κάποιες παραστάσεις στην Αθήνα και ετοιμάζω και κάτι το διαφορετικό, σε άλλη κατεύθυνση, πάλι μαζί με τα παιδιά.


Περισσότερα από Πρόσωπα